Οι γυναίκες με διαβήτη, τύπου 2 ή τύπου 2, συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο επιπλοκών που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Lancet Diabetes and Endocrinology.
Ερευνητές στη Βρετανία εξέτασαν παράγοντες που επηρέασαν άσχημα αποτελέσματα εγκυμοσύνης σε μια ομάδα γυναικών με διαβήτη από την Αγγλία και την Ουαλία που συμμετείχαν στην Εθνική Επιθεώρηση Εγκυμοσύνης στον Διαβήτη. Η επιστημονική εργασία χρησιμοποίησε δεδομένα από 172 μαιευτικές κλινικές και περιελάμβανε αποτελέσματα όπως πρόωρος τοκετός (πριν από 37 εβδομάδες κύησης), μεγάλο βάρος νεογέννητου για την ηλικία κύησης (άνω του 90% των γεννήσεων), συγγενείς ανωμαλίες (γενετικές ανωμαλίες), θνησιγένεια και θάνατος για το νεογέννητο. Οι ερευνητές συνέκριναν αυτά τα αποτελέσματα με διάφορους παράγοντες συμπεριλαμβανομένης της A1C, του δείκτη μάζας σώματος, υγειονομική περίθαλψη κατά την εγκυμοσύνη, ηλικία, εθνικότητα και διάρκεια διαβήτη.
Η μελέτη συμπεριέλαβε συνολικά 15.290 έγκυες γυναίκες με διαβήτη, με σχεδόν ίσο αριθμό εκείνων με τον τύπο 1 και όσων είχαν τύπο 2. Για τις γυναίκες με τύπο 1, η μέση ηλικία κατά τον τοκετό ήταν 30 και η διάμεση διάρκεια του διαβήτη ήταν 13 χρόνια. Για γυναίκες με τύπο 2, η μέση ηλικία κατά τον τοκετό ήταν 34 και η μέση διάρκεια του διαβήτη ήταν τρία χρόνια. Το ποσοστό πρόωρου τοκετού ήταν 42,4% σε γυναίκες με τύπο 1 και 23,4% σε γυναίκες με τύπο 2.
Διάφοροι παράγοντες επηρέασαν τα άσχημα αποτελέσματα
Μεγάλο βάρος γέννησης για την ηλικία κύησης παρατηρήθηκε στο 52,2% των γυναικών με τύπο 1 και στο 26,2% των γυναικών με τύπο 2. Οι συγγενείς ανωμαλίες παρατηρήθηκαν σε 44,8 ανά 1.000 γεννήσεις, τερματισμούς εγκυμοσύνης και απώλειες εμβρύου σε γυναίκες με τύπο 2, ενώ ο αντίστοιχος αριθμός για τον τύπο 1 ήταν 40,5 ανά 1.000. Ο θάνατος συνέβη σε 10,4 ανά 1.000 γεννήσεις για διαβήτη τύπου 1 και 13,5 ανά 1.000 γεννήσεις για τον τύπο 2. Το ποσοστό θανάτου μεταξύ νεογέννητων μωρών ήταν 7,4 ανά 1.000 γεννήσεις για διαβήτη τύπου 1 και 11.2 ανά 1.000 γεννήσεις για τον τύπο 2.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ένας αριθμός παραγόντων συνδέθηκε με τα κακά αποτελέσματα που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη. Ένα επίπεδο A1C 6,5% ή υψηλότερο κατά το τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης συνδέθηκε με πάνω από τρεις φορές το ποσοστό θνησιγένειας ή θανάτου σε νεογέννητο, σε σύγκριση με επίπεδο A1C κάτω από 6,5%. Ο διαβήτης τύπου 2, συγκριτικά με τον τύπο 1, συνδέθηκε επίσης με 65% υψηλότερο κίνδυνο θνησιγένειας ή θανάτου σε νεογέννητο. Ένα μεγάλο βάρος γέννησης για την ηλικία κύησης συνδέθηκε με μεγαλύτερη ηλικία, μεγαλύτερη διάρκεια διαβήτη και υψηλότερο ΔΜΣ.
Η επιστημονική ομάδα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτοί οι αριθμοί “υπογραμμίζουν τα επίμονα ανεπιθύμητα αποτελέσματα εγκυμοσύνης σε γυναίκες με διαβήτη τύπου 1 ή τύπου 2”, με ορισμένα αποτελέσματα να επηρεάζονται από παράγοντες που δυνητικά μπορούν να τροποποιηθούν, όπως ο δείκτης A1C και ο ΔΜΣ, αλλά άλλοι παράγοντες είναι εκτός ελέγχου για τις γυναίκες.
Με πληροφορίες από Diabetes Self-Management