Τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 που λαμβάνουν ινσουλίνη επωφελούνται από ένα σύστημα παροχής ινσουλίνης πλήρως κλειστού βρόγχου, με περισσότερο χρόνο αφιερωμένο στο εύρος γλυκόζης στο αίμα τους, σύμφωνα με μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Medicine.
Τα περισσότερα αυτοματοποιημένα συστήματα χορήγησης ινσουλίνης – τα οποία χρησιμοποιούν δεδομένα σε πραγματικό χρόνο από έναν αισθητήρα γλυκόζης για να καθορίσουν πόση ινσουλίνη λαμβάνει κάποιος – είναι αυτό που είναι γνωστό ως υβριδικό σύστημα κλειστού βρόγχου. Αυτό σημαίνει ότι οι χρήστες πρέπει ακόμα να προγραμματίζουν χειροκίνητα τις δόσεις βλωμού ινσουλίνης κατά το γεύμα, αλλά το σύστημα προσαρμόζει αυτόματα την παροχή ινσουλίνης τον υπόλοιπο χρόνο. Αρκετές πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει τα πιθανά οφέλη από τη χρήση ενός υβριδικού συστήματος παροχής ινσουλίνης κλειστού βρόγχου, με τις περισσότερες από αυτές τις μελέτες να επικεντρώνονται στον διαβήτη τύπου 1.
Η τελευταία μελέτη
Για την πιο πρόσφατη μελέτη, ωστόσο, οι ερευνητές ενδιαφέρθηκαν για τα πιθανά οφέλη ενός πλήρως αυτοματοποιημένου συστήματος κλειστού βρόγχου σε ενήλικες με διαβήτη τύπου 2. Ένα σύστημα, δηλαδή, που δεν απαιτεί τη συμμετοχή των χρηστών κατά το γεύμα. Δεδομένου ότι πολλά άτομα με διαβήτη τύπου 2 δεν χρειάζονται ινσουλίνη κατά τα γεύματα, αυτός ο τύπος συστήματος θεωρήθηκε δυνητικά κατάλληλος για μελέτη σε αυτόν τον πληθυσμό. Δεν ήταν, όμως, σαφές εάν η αυτοματοποιημένη χορήγηση ινσουλίνης θα ήταν καθόλου ευεργετική, αφού πολλά άτομα με τύπο 2 παράγουν από μόνα τους σημαντική ποσότητα ινσουλίνης.
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη ήταν 26 ενήλικες (19 άνδρες και επτά γυναίκες) που συμπλήρωσαν δύο διαφορετικές περιόδους μελέτης οκτώ εβδομάδων. Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου έλαβαν την καθιερωμένη θεραπεία ινσουλίνης φορώντας έναν αισθητήρα γλυκόζης που κατέγραφε, αλλά δεν εμφάνιζε, τις μετρήσεις της γλυκόζης τους. Κατά την άλλη περίοδο, χρησιμοποίησαν το σύστημα πλήρως κλειστού βρόγχου CamAPS HX. Μεταξύ των δύο περιόδων μελέτης των οκτώ εβδομάδων υπήρχε μια περίοδος “ξέπλυσης” που διήρκεσε δύο έως τέσσερις εβδομάδες και αποφασίστηκε τυχαία η σειρά με την οποία κάθε συμμετέχων ολοκλήρωσε τις δύο περιόδους.
Καλύτερη διαχείριση της γλυκόζης αίματος παρατηρείται με το σύστημα ινσουλίνης κλειστού βρόγχου
Συνολικά, το ποσοστό του χρόνου που πέρασαν οι συμμετέχοντες σε ένα εύρος γλυκόζης στόχου από 70 έως 130 mg/dl ήταν 66,3% κατά την περίοδο με χορήγηση ινσουλίνης κλειστού βρόγχου, σε σύγκριση με μόλις 32,3% κατά την περίοδο με την τυπική χορήγηση ινσουλίνης. Το ποσοστό του χρόνου που πέρασαν οι συμμετέχοντες με επίπεδο γλυκόζης πάνω από 130 mg/dl ήταν 33,2% κατά την περίοδο με χορήγηση ινσουλίνης κλειστού βρόγχου και 67,0% κατά την περίοδο με τυπική χορήγηση ινσουλίνης. Το μέσο επίπεδο γλυκόζης των συμμετεχόντων κατά την περίοδο με τη χορήγηση ινσουλίνης κλειστού βρόχου ήταν 166 mg/dl, σε σύγκριση με 227 mg/dl κατά την περίοδο με την τυπική χορήγηση ινσουλίνης. Δεν εμφανίστηκαν σοβαρά επεισόδια υπογλυκαιμίας (χαμηλά επίπεδα γλυκόζης αίματος) σε καμία από τις περιόδους της μελέτης.