Γράφει για το odiavitismou.gr o Βασίλης Δ. Κελλάρης, MD, MSc, PhD, γυναικολόγος Αναπαραγωγής, διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, αντιπρόεδρος του Μαιευτηρίου ” Μητέρα “, συνιδρυτής Μη Κερδοσκοπικού Σωματείου BE-LIVE
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης είναι μία μεταβολική διαταραχή, η οποία χαρακτηρίζεται από αδυναμία του οργανισμού να χρησιμοποιήσει τους υδατάνθρακες που προσλαμβάνει, με αποτέλεσμα την αύξηση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και στα ούρα (γλυκοζουρία). Πολλές φορές, η πάθηση αυτή εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της κύησης, χωρίς να προϋπάρχει, επειδή η ινσουλίνη που παράγει το γυναικείο σώμα (ορμόνη που ρυθμίζει τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα) δεν επαρκεί ώστε να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες που απαιτεί η εγκυμοσύνη. Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης. Συνήθως, στις περιπτώσεις αυτές, η πάθηση παύει να υπάρχει μετά τη γέννηση του μωρού.
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης φαίνεται ότι παρουσιάζεται συχνότερα κατά τη διάρκεια του δευτέρου τριμήνου της κύησης, παρόλα αυτά δεν αποκλείεται να προκύψει σε οποιοδήποτε άλλο στάδιο. Ανάλογα με την εβδομάδα που εμφανίζεται, μπορεί να επηρεάσει με διαφορετικό τρόπο την κύηση και να προκαλέσει αντίστοιχα προβλήματα. Στο πρώτο τρίμηνο σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αποβολής και εμφάνιση χρωμοσωμικών ανωμαλιών, ενώ στο δεύτερο και το τρίτο τρίμηνο με απώλεια ελέγχου της ωρίμανσης του εμβρύου και της ρύθμισης του σωματικού του βάρους, γεγονός το οποίο μπορεί να προκαλέσει και δυσκολίες στον τοκετό. Μπορεί επίσης να συνδεθεί με προεκλαμψία (απότομη αύξηση της πίεσης του αίματος της εγκύου), πρόωρο τοκετό και πολυυδράμνιο (αυξημένη ποσότητα αμνιακού υγρού). Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις η πάθηση έχει συνδεθεί με ελαττωμένα επίπεδα γλυκόζης και ίκτερο στα μωρά που γεννιούνται.
Η διάγνωση και έγκαιρη αντιμετώπιση του Διαβήτη Κύησης είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ομαλή έκβαση της εγκυμοσύνης, αλλά και την υγεία της μητέρας και του μωρού μετά τη γέννηση. Εδώ να αναφέρουμε ότι οι γυναίκες που εμφάνισαν Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης έχουν αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου ΙΙ στο μέλλον. Επίσης, η γυναίκα που εμφανίζει Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης οφείλει να είναι προετοιμασμένη σε περίπτωση μελλοντικής εγκυμοσύνης και να προβεί σε άμεσο έλεγχο, δεδομένου ότι υπάρχει πιθανότητα επανεμφάνισης της νόσου.
Ποιες γυναίκες κινδυνεύουν από σακχαρώδη διαβήτη κύησης
Η καλά ενημερωμένη έγκυος, η οποία γνωρίζει τους παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση διαβήτη, είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει έγκαιρα τη νόσο. Οποιαδήποτε γυναίκα υπάρχει πιθανότητα να παρουσιάσει Σακχαρώδη Διαβήτη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της. Παρόλα αυτά, το ρίσκο είναι μεγαλύτερο στις παρακάτω περιπτώσεις:
- Διαβήτης κύησης σε προηγούμενη εγκυμοσύνη
- Ιστορικό γέννησης μωρού άνω των 4kg
- Ιστορικό ανεξήγητων ενδομήτριων θανάτων
- Παχυσαρκία (BMI>30)
- Ηλικία άνω των 30 ετών
- Συγγένεια πρώτου βαθμού με διαβητικά άτομα
Συνήθως, στην περίπτωση που η έγκυος παρουσιάζει έναν ή περισσότερους από τους παραπάνω παράγοντες κινδύνου θα πρέπει να υποβληθεί σε έλεγχο σακχάρου στην αρχή της εγκυμοσύνης της.
Υπάρχουν ενδείξεις για τον σακχαρώδη διαβήτη κατά τη διάρκεια της Κύησης;
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο Διαβήτης Κύησης δεν παρουσιάζει συμπτώματα, ενώ συνήθως διαπιστώνεται με τις τυπικές αιματολογικές εξετάσεις (καμπύλη σακχάρου) στις οποίες όλες οι έγκυες υποβάλλονται μεταξύ 24ης και 28ης εβδομάδας κύησης. Ενδέχεται όμως ορισμένες γυναίκες να εμφανίσουν συμπτώματα στην περίπτωση υπεργλυκαιμίας, όπως υπερβολική δίψα, συχνοουρία, ξηροστομία και κόπωση, τα οποία είναι δύσκολο να αξιολογηθούν, εφόσον αποτελούν συνήθη συμπτώματα της εγκυμοσύνης. Παρόλα αυτά, καλό θα είναι να αναφέρονται στον γιατρό ή/και τη μαία.
Θεραπευτική αντιμετώπιση
Είναι ιδιαίτερα σημαντική η ρύθμιση του σακχάρου, το οποίο θα πρέπει να διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα. Για το λόγο αυτό, οι έγκυες που πάσχουν από Διαβήτη οφείλουν να προμηθευτούν τη συσκευή μέτρησης σακχάρου. Η κατάλληλη προσαρμογή του καθημερινού διαιτολογίου είναι το άλφα και το ωμέγα. Συστήνεται στην έγκυο να λαμβάνει μικρά και συχνά γεύματα –φυσικά δε χρειάζεται να «τρώει για δύο»- και μία δίαιτα χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη, σε συνδυασμό με ήπια καθημερινή άσκηση. Συνήθως, με τον τρόπο αυτό ο Διαβήτης ελέγχεται. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να χρειαστεί και χορήγηση ινσουλίνης σε μορφή χαπιού ή ενέσιμη, σε περίπτωση που εξακολουθεί η γλυκόζη να παραμένει σε αυξημένα επίπεδα.
Στην περίπτωση που η κατάσταση δεν ελέγχεται ικανοποιητικά, είναι δυνατό να υπάρξει η ανάγκη πρόωρου τοκετού, προκειμένου να διασφαλιστεί η υγεία της μητέρας και του μωρού.
Κλείνοντας, καλό θα είναι να τονίσουμε ότι ο Σακχαρώδης Διαβήτης και η υπεργλυκαιμία που προκαλεί διαταράσσει το Ανοσοβιολογικό Σύστημα. Για το λόγο αυτό, η έγκυος που θα εμφανίσει Σακχαρώδη Διαβήτη θα πρέπει να είναι ακόμα πιο προσεκτική στην προστασία της από πιθανή μετάδοση Covid-19, δεδομένου ότι φαίνεται πως διατρέχει αρκετά υψηλότερο κίνδυνο.